Κυριακή 29 Μαΐου 2011

ΔΙΑΤΑΓΗ ΑΠΟ ΥΠΟΝΟΜΑΤΑΡΧΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΞΕΩΣ ΤΟ 1907.

Διαβάστε μια  σπαρταριστή αστυνομική διαταγή του 1907, που μεταξύ άλλων,
 «Απαγορεύετε να κατουράτε έξω στον τίχο του μαγαζιού, εντός του καφενίου απαγορεύτε το ανεμίζιν, άπαντα τα σκυλιά να είναι δεμένα δια χονδρόν αλισίδιον και σχινίον…






Τρίτη 24 Μαΐου 2011

Ο ΦΟΒΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΦΟΒΕΡΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ Η ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΘΩΑ ΜΑΤΙΑ ΕΝΟΣ ΕΝΤΕΚΑΧΡΟΝΟΥ ΚΟΡΙΤΣΙΟΥ.

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (Μ.Μ.Ε.) και ιδιαίτερα τα δελτία ειδήσεων πρόβαλλαν εκτενώς τα αλυσιδωτά γεγονότα στην Ιαπωνία( Σεισμός, τσουνάμι, ραδιενέργεια) και   μάλιστα  αφιέρωσαν αρκετό  χρόνο  για την μόλυνση του περιβάλλοντος  με ραδιενέργεια  από την έκρηξη στο πυρηνικό εργοστάσιο στη Φουκουσίμα .

Αυτά τα γεγονότα γέμισαν με φόβο και ανησυχία όλους μας και κυρίως τα μικρά παιδιά, τα οποία αποτελούν μια ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα του πληθυσμού , που έχουν την τάση να αναστατώνονται από φυσικές καταστροφές.

Αυτές οι ειδήσεις γέμισαν με άγχος κι ένα εντεκάχρονο κορίτσι από την Κεφαλονιά.

Οι γονείς της μικρης μας φίλης, της εξήγησαν ότι η Ιαπωνία είναι μακριά και προσπάθησαν να την ηρεμήσουν.  Όμως ο φόβος και η ανησυχία για την επομένη μέρα και οι φοβερές συνέπειες που έχει η πυρηνική ενεργεία  στο περιβάλλον, είχαν κυρίευση την μικρή μας φίλη, οπού  αποφάσισε να γράψει ένα γράμμα στον πρωθυπουργό εκφράζοντας τους φόβους της.  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ.

Κεφαλονιά 26/03/2011

Κύριε πρωθυπουργέ είμαι η Ροζαλία Λιναρδάτου και πάω πέμπτη τάξη στο δημοτικό σχολείο Κεραμιών στην Κεφαλονιά, λοιπόν σκέφτηκα να σας γράψω αυτό το γράμμα με βάση το πυρηνικό  ατύχημα που έγινε στην Ιαπωνία μετά το σεισμό και το τσουνάμι. Άκουσα στις ειδήσεις πως εκτός απ’ το ότι δεν μπορούν να ψύξουν τον πυρηνικό αντιδραστήρα ,έχει ραγίσει κι’ ολας και θα προκαλέσει μάλλον έκρηξη και το πυρηνικό νέφος θα φτάσει στον Ειρηνικό ωκεανό και το κοντινότερο μέρος είναι η Αμερική που είναι το κοντινότερο μέρος και αμέσως μετά στην Ελλάδα. Οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές και γι΄ αυτό σας προτείνω να πείσετε τους πρωθυπουργούς των γειτονικών χωρών να μην χτίζουν πυρηνικά εργοστάσια. Θέλω να σας κάνω μονό μια ερώτηση: Θα επιτρέπατε ποτέ να φτιάξουν στην Ελλάδα πυρηνικά εργοστάσια; Ελπίζω όχι κύριε πρωθυπουργέ γιατί αν ήμουν στην θέση σας δεν θα σκεφτόμουν πρώτα τα θετικά που έχει μια χωρά όταν έχει χτίσει πυρηνικό εργοστάσιο. Για παράδειγμα τα θετικά είναι το κέρδος και η ανακούφιση των εξόδων ,έτσι θα κοιμάστε ήσυχος τα βράδια; Ε΄ λοιπόν εγώ προτιμώ να δώσω 10ευρω παραπάνω στη Δ.Ε.Η. πάρα 10ευρω λιγότερα για να έχω ρεύμα και να φοβάμαι το τι και αν θα γίνει με το εργοστάσιο. Γι’ αυτό αποφάσισα να σας γράψω ,να σας μεταφέρω τους φόβους μου για τα πυρηνικά εργοστάσια. Θα χαρώ να λάβω μια απάντηση σας.

Με εκτίμηση
Ροζαλία Λιναρδάτου
Μαζαρακάτα Κεφαλονιάς
 
Υ.Γ. Η  μικρή μας φίλη έλαβε απάντηση από το πολίτικο γραφείο του πρωθυπουργού. ΔΕΙΤΕ ΤΗΝΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ  ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ

Πέμπτη 19 Μαΐου 2011

19 ΜΑΙΟΥ-ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ




Η γενοκτονία των Ποντίων (1916-1923) με περισσότερους από 350.000 νεκρούς αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του αιώνα μας. Η διεθνής Κοινότητα αναγνώρισε άμεσα ή έμμεσα τις άλλες δύο γενοκτονίες του αιώνα μας, των Εβραίων και Αρμενίων. Η γενοκτονία των Ποντίων έχει τις ίδιες ποσοτικές και ηθικές αναλογίες με αυτές των Εβραίων και των Αρμενίων, δυστυχώς όμως είναι λησμονημένη από τους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς. Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας (1461) γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές και ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση - γενοκτονία του αιώνα μας. Η συστηματική εξόντωση των Ποντίων, όπως και των γειτόνων τους Αρμενίων, υπήρξε προσχεδιασμένο έγκλημα. Η απόφαση για την εξόντωσή τους πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α' παγκοσμίου πολέμου και ολοκληρώθηκε από το Μουσταφά Κεμάλ (1919-23).

Το Νεοτουρκικό Κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδος» ιδρύθηκε το 1889 και εμφανίστηκε στην αρχή με προοδευτικό προσωπείο διακηρύσσοντας ότι είχε ως βάση του τις αρχές του Μιδάτ πασά, ο οποίος αναγνώριζε την ύπαρξη πολλών εθνοτήτων στην Οθωμανική αυτοκρατορία και πρότεινε την συγκρότηση της αυτοκρατορίας σε ομοσπονδία εθνών με ίσα δικαιώματα. Με την επανάσταση του 1908 οι Νεότουρκοι, με επικεφαλής τον Εμβέρ πασά, τον Ταλαάτ κ.ά., επικρατούν στην αυτοκρατορία και σταδιακά αποκαλύπτουν το πραγματικό τους πρόσωπο. Στόχος τους υπήρξε η μετατροπή της πολυεθνικής Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε εθνικό Τουρκικό κράτος με την εξόντωση και τον εκτουρκισμό των άλλων λαών. Στο συνέδριό τους, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911, πάρθηκε η εξής απόφαση: «Η Τουρκία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Οι μωαμεθανικές αντιλήψεις και η μωαμεθανική ισχύς πρέπει να κυριαρχήσουν στη χώρα. Κάθε άλλη θρησκευτική προπαγάνδα πρέπει να καταπνίγεται. Η ύπαρξη της αυτοκρατορίας εξαρτάται από τη δύναμη του νεοτουρκικού κόμματος και από τη συντριβή όλων των ανταγωνιστικών σ' αυτό ιδεολογιών. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να ολοκληρωθεί η πλήρης οθωμανοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Και ασφαλώς, είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δε θα μπορέσει να γίνει με την πειθώ και κατά συνέπεια θα πρέπει να προσφύγουμε στην ένοπλη βία. Ο χαρακτήρας της αυτοκρατορίας πρέπει να μείνει μωαμεθανικός και θα πρέπει να δούμε ότι οι μωαμεθανικοί θεσμοί και οι μωαμεθανικές παραδόσεις θα πρέπει να γίνονται σεβαστά. Το δικαίωμα των άλλων εθνοτήτων να έχουν τις δικές τους οργανώσεις θα πρέπει να αποκλειστεί. Κάθε μορφή αποκέντρωσης είναι προδοσία στην Τουρκική Αυτοκρατορία. Οι εθνότητες είναι αμελητέες ποσότητες. Μπορούν να κρατήσουν τη θρησκεία τους, αλλά όχι τη γλώσσα τους. Η διάδοση της Τουρκικής γλώσσας είναι ένα από τα κυριότερα μέσα εξασφάλισης της μωαμεθανικής υπεροχής και της αφομοίωσης των μη μωαμεθανικών στοιχείων...».

Στον Πόντο μετά τις μεταρρυθμίσεις του 1856 με το σουλτανικό διάταγμα το Χάττι Χουμαγιούν βελτιώνεται η θέση των υπόδουλων Ελλήνων της περιοχής και αρχίζει η οικονομική ανάπτυξη του τόπου. Στις αρχές του 1900, το εμπόριο σ' ολόκληρο τον Πόντο είχε περάσει στα χέρια των Ελλήνων και εν μέρει των Αρμενίων. Το ενδιαφέρον της γερμανικής πολιτικής για την Ανατολή και τα οικονομικά της σχέδια γι' αυτή την περιοχή αποτελούν τον καταλύτη που μεταβάλλει το σκηνικό. Οι Γερμανοί ως μοναδικό εμπόδιο στα σχέδια τους για οικονομική διείσδυση στο οθωμανικό κράτος έβλεπαν τους Έλληνες και τους Αρμένιους, που στα χέρια τους βρισκόταν ο έλεγχος της οικονομικής ζωής της χώρας, γι' αυτό και παρακινούσαν τους Τούρκους με κάθε μέσο να στραφούν εναντίον τους. Στις 26 Ιουλίου 1909 ο Γερμανός πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Μiguel στέλνει αναφορά στο Βερολίνο σχετικά με τη συνάντηση του πατριάρχη Ιωακείμ Γ' με τον Τούρκο πρωθυπουργό Σεφκέτ πασά. Για πρώτη φορά ένας Τούρκος πρωθυπουργός απειλούσε αυτοπροσώπως τον θρησκευτικό ηγέτη της μεγαλύτερης μειονότητας λέγοντας μεταξύ άλλων «Θα σας κόψουμε τα κεφάλια. θα σας εξαφανίσουμε. Ή εμείς θα επιζήσουμε ή εσείς». Οι Τούρκοι χωρίς προσχήματα πια περνούν στην επίθεση. Από κάθε γωνιά του Πόντου και της Μ. Ασίας έρχονται καταγγελίες. Στις 30 Μαΐου 1911 ο μητροπολίτης Αμασείας Γερμανός Καραβαγγέλης καταγγέλλει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στο υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας τις βαρβαρότητες οργάνων της τουρκικής κυβέρνησης στην περιοχή του. Οι Νεότουρκοι κηρύττουν οικονομικό πόλεμο σε καθετί ελληνικό. Απαγορεύουν τα ελληνικά προϊόντα και δεν επιτρέπουν στα ελληνικά πλοία να αγκυροβολούν σε τουρκικά λιμάνια. Αυτό το εμπορικό μποϊκοτάζ πραγματοποιείται σ' ολόκληρη την Τουρκία και φυσικά και στον Πόντο. Η μισαλλόδοξη και αντιχριστιανική πολιτική των Νεότουρκων οδηγεί στους βαλκανικούς πολέμους, με ενωμένες τις χριστιανικές χώρες της Βαλκανικής εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι διωγμοί αυξήθηκαν. Στην Τραπεζούντα, οι Τουρκικές εφημερίδες παρακινούσαν τους αναγνώστες ν' αρχίσουν τους διωγμούς και τις σφαγές. Οι σποραδικές δολοφονίες αρχίζουν να αυξάνονται. Χωρικοί που πήγαιναν να δουλέψουν στα χωράφια τους βρίσκονταν καθημερινά δολοφονημένοι. Οργανωμένες τουρκικές συμμορίες, κατά τη διάρκεια της νύχτας, λεηλατούσαν πόλεις και χωριά. Οι διωγμοί εκδηλώθηκαν αρχικά με τη μορφή σποραδικών κρουσμάτων βίας, καταστροφών, απελάσεων και εκτοπισμών. Φαίνονταν σαν να προέρχονταν από ανεύθυνα κυρίως στοιχεία. Πολύ γρήγορα, όμως, έγιναν πιο συστηματικοί, πιο οργανωμένοι και εκτεταμένοι και στρέφονταν τόσο κατά των Ελλήνων όσο και κατά των Αρμενίων. Εμπνευστής και εγκέφαλος αυτής της επιχείρησης γενοκτονίας ήταν ο Μεχμέτ Ταλαάτ, υπουργός των Εσωτερικών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με δικές του εντολές, που καλούσαν τις αρχές να μη δείχνουν κανένα έλεος και για τους χριστιανούς, εξαπολύθηκαν οι διωγμοί κατά των «ανεπιθύμητων» εθνοτήτων σε μια τεράστια έκταση. Οι εντολές αυτές δόθηκαν με τη μορφή απορρήτων τηλεγραφημάτων προς όλους τους πολιτικούς και στρατιωτικούς διοικητές των διαφόρων νομών, έπειτα από μια σύσκεψη που είχε ο Ταλαάτ στις 8 Μαΐου του 1914 με τους συνεργάτες του, Εμβέρ, Τζεμάλ, Νουρεντίν και άλλους ηγέτες των Νεότουρκων.

Ένα απ' αυτά τα τηλεγραφήματα κατόρθωσε να το αποκτήσει έπειτα από δυο χρόνια η γαλλική εφημερίδα «Le Temps» και το δημοσίευσε στις 29 Ιουλίου 1916. Έλεγε τα εξής: «Γιλντίζ 14-5-1914. Προς τον διοικητή της Σμύρνης Ραχμή μπέη. Οι Έλληνες Οθωμανοί υπήκοοι της περιφέρειας σας αποτελούν πλειονότητα, η οποία δυνατόν να αποβεί επικίνδυνη. Γενικότερα, όλοι όσοι ζουν στα παράλια της Μικρασίας συμπεριλαμβανομένων και αυτών της Νομαρχίας σας πρέπει να εξαναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να μεταφερθούν στους νομούς Ερζερούμ, Ερζιγκιάν και αλλού. Τούτο επιβάλλουν πολιτικοί και στρατιωτικοί λόγοι. Αν αρνηθούν να εκκενώσουν τις περιοχές τους, δώστε οδηγίες στους Μουσουλμάνους αδελφούς μας να τους εξαναγκάσουν μεταχειριζόμενοι προς τούτο κάθε μέσον και κάθε είδους έκτροπα. Οι Έλληνες πρέπει ακόμα να υποχρεωθούν να υπογράψουν βεβαίωση, στην οποία να δηλώνουν ότι φεύγουν και εγκαταλείπουν τις εστίες τους με δική τους θέληση και πρωτοβουλία. Η βεβαίωση αυτή είναι αναγκαία για να μη δημιουργηθούν αργότερα πολιτικά ζητήματα. Υπογραφές: Υπουργός Εσωτερικών Ταλαάτ, Διευθυντής υπουργείου Εσωτερικών Χιλμή». Σε εφαρμογή αυτής της πολιτικής, όχλοι ατάκτων καθοδηγούμενοι από τις αρχές και αφιονιζόμενοι από μια συστηματική προπαγάνδα μίσους, ανάγκασαν χιλιάδες Έλληνες των παραλίων της Μικρασίας να εγκαταλείψουν τις προαιώνιες εστίες τους και να μετοικήσουν με πολυήμερες εξοντωτικές πορείες. Αλλά οι Τούρκοι δεν περιορίζονταν στους ομαδικούς εκτοπισμούς και τις απελάσεις. Στις ελληνικές περιοχές έφερναν τον όλεθρο και τη συμφορά έκαιγαν και κατάστρεψαν χωριά και κωμοπόλεις, έσφαζαν τους κατοίκους τους, λεηλατούσαν τις περιουσίες τους, βίαζαν τις γυναίκες. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγκάστηκε σε ένδειξη πένθους να κλείσει στις 15 Μαΐου 1914 όλες τις εκκλησίες και τα σχολεία και να καταγγείλει στις Μεγάλες Δυνάμεις τους νέους διωγμούς. Δεν κατάφερε, όμως τίποτε γιατί κηρύχθηκε στο μεταξύ ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος, στον οποίο η Τουρκία έλαβε μέρος ως σύμμαχος της Γερμανίας, έχοντας πια την ευχέρεια να εφαρμόσει πλήρως το παλαιότερο σχέδιο της εξόντωσης των χριστιανών. Οι Νεότουρκοι είχαν πεισθεί πως μόνο με τη φυσική εξόντωση των γηγενών λαών, των Ελλήνων και των Αρμενίων, θα κάνανε πατρίδα τους τη Μικρασία. Στις 20 Ιουλίου 1914 κηρύχτηκε γενική επιστράτευση όλων των εθνών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ας σημειωθεί ότι για πρώτη φορά επιστρατεύτηκαν οι χριστιανοί στους βαλκανικούς πολέμους του 1912-13. Μάλιστα, πολλοί Πόντιοι, μη θέλοντας να καταταγούν στο στρατό, απέφευγαν τη στράτευση και κρύβονταν όπου έβρισκαν: στα υπόγεια των σπιτιών, στα δώματα, στις σπηλιές, στα δάση. Εξάλλου πολλοί από εκείνους που στρατεύτηκαν, λιποτακτούσαν και έπαιρναν το δρόμο του γυρισμού στα χωριά τους, περπατώντας εκατοντάδες χιλιόμετρα για να κρυφτούν στα κρησφύγετα της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Στη γενική επιστράτευση του 1914 κλήθηκαν ηλικίες από 20 μέχρι 50 ετών. Όσοι δεν παρουσιάζονταν μέσα σε 11 ημέρες θεωρούνταν λιποτάκτες και καταδικάζονταν σε θάνατο.

Τους χριστιανούς στρατιώτες τους έστειλαν στα τάγματα εργασίας τα γνωστά αμελέ ταπουρού, για να σπάζουν πέτρες, να ανοίγουν δρόμους στα βουνά, κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, βροχές, χιόνια κλπ. Τόσο άθλιες ήταν οι συνθήκες της ζωής τους, τόσο λίγη η τροφή και τόση η κακομεταχείρισή τους ώστε ελάχιστοι απ' αυτούς επέζησαν. Τα αμελέ ταπουρού ήταν στην πραγματικότητα τάγματα εξόντωσης των στρατευμένων χριστιανών. Ο πρόξενος της Ελλάδας στο Ικόνιο, σε έκθεσή του με ημερομηνία 7 Μαρτίου 1917, γράψει: «Ο νόμος για την ίδρυση εργατικών ταγμάτων αποκλειστικά από χριστιανούς καταστρέψει και εξοντώνει βαθμιαία αλλ' ασφαλώς τους Έλληνες της Τουρκίας. Οι δυστυχείς αυτοί στρατολογούμενοι και κατατασσόμενοι στα εργατικά τάγματα στέλλονται προς διάφορες κατευθύνσεις στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας από τα παράλια της Μικρασίας και του Ευξείνου Πόντου στα πέρατα της Βαγδάτης, του Καυκάσου, της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, άλλοι μεν για την κατασκευή στρατιωτικών δρόμων, άλλοι για τη διάνοιξη σηράγγων για το σιδηρόδρομο Βαγδάτης, άλλοι για την καλλιέργεια αγρών κλπ. Χωρίς κανένα μισθό, κακώς τρεφόμενοι και ενδυόμενοι, εκτιθέμενοι στις καιρικές συνθήκες, στον καυτό ήλιο της Βαγδάτης και στο αφόρητο ψύχος του Καυκάσου, προσβαλλόμενοι από ασθένειες, πυρετούς, εξανθηματικό τύφο, χολέρα, πεθαίνουν κατά χιλιάδες...».

Πολλοί, που δεν μπορούσαν να αντέξουν τις θανάσιμες κακουχίες, την εξοντωτική δουλειά και την κακή διατροφή, δραπέτευαν και γύριζαν στις εστίες τους. Οι στρατιωτικές αρχές πληροφορούσαν τις αρχές του τόπου προέλευσης των λιποταχτών για να τους συλλάβουν. Έτσι, πριν φτάσουν οι Έλληνες στα σπίτια τους, τα αποσπάσματα των χωροφυλάκων έτρεχαν στα χωριά και πίεζαν τους γονείς των λιποταχτών να παραδώσουν τα παιδιά τους. Με την ευκαιρία, έκαναν έρευνες, άρπαζαν πράγματα, ατίμαζαν γυναίκες και έκαιγαν σπίτια. Σε έκθεση από την Κερασούντα, με ημερομηνία 21 Απριλίου 1917, είναι γραμμένα τα εξής: «Με αφορμή την ανυποταξία 300 φυγόστρατων εκκενώθηκαν και πυρπολήθηκαν 88 ελληνικά χωριά από το Δεκέμβριο του 1916 ως το Φεβρουάριο του 1917. Οι κάτοικοι των χωριών αυτών, ανερχόμενοι σε 30.000 περίπου, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους γέροι, γυναίκες και παιδιά εκτοπίστηκαν βίαια στο νομό Αγκύρας, μέσα σε δριμύτατο χειμώνα, χωρίς να τους επιτραπεί να παραλάβουν ούτε τα ενδύματά τους. Το ένα τέταρτο απ' αυτούς πέθανε κατά τη διαδρομή από τις κακουχίες, την πείνα και το ψύχος». Σύμφωνα με άλλη έκθεση της Ελληνικής πρεσβείας, τον Ιούνιο του 1915: «Οι εκτοπιζόμενοι από τα χωριά τους δεν είχαν δικαίωμα να πάρουν μαζί τους ούτε τα απολύτως αναγκαία. Γυμνοί και ξυπόλητοι, χωρίς τροφή και νερό, δερόμενοι και υβριζόμενοι, όσοι δεν εφονεύοντο οδηγούντο στα όρη από τους δημίους τους. Οι περισσότεροι απ' αυτούς πέθαιναν κατά την πορεία από τα βασανιστήρια. Μισοπεθαμένοι εγκαταλείπονταν στο δρόμο. Και γυναίκες που γεννούσαν κατά τη διαδρομή εγκατέλειπαν τα βρέφη τους βαδίζοντας όπως μπορούσαν, γιατί όσοι βραδυπορούσαν δέρνονταν από τους συνοδούς χωροφύλακες. Το τέρμα του ταξιδιού των δυστυχισμένων αυτών δεν σήμαινε και το τέρμα των δεινών τους, γιατί οι βάρβαροι κάτοικοι των τουρκικών χωριών τους παρελάμβαναν για να τους καταφέρουν το τελειωτικό πλήγμα...».

Η Γερμανία, στην προσπάθειά της να πετύχει τους στόχους της στο νευραλγικό τομέα της Μικρασίας και της Μέσης Ανατολής δε δίστασε να θυσιάσει τους χριστιανικούς λαούς της Ανατολής στο βωμό του παντουρκισμού. Σε κάποιο βαθμό ήταν συνυπεύθυνη για τις γενοκτονίες των Ελλήνων και των Αρμενίων. Εξάλλου, αυτός που εισηγήθηκε στους Τούρκους την απομάκρυνση των Ελλήνων από τα παράλια, δήθεν για στρατιωτικούς λόγους, χαρακτηρίζοντάς τους πράκτορες της Αντάντ, ήταν ο Γερμανός αρχιστράτηγος LimanvonSanders, που πήρε συν τοις άλλοις τον τίτλο του πασά. Επίσης, με τη συγκατάθεση της Γερμανίας οι Τούρκοι έστειλαν τους χριστιανούς που στρατολόγησαν στα τάγματα εργασίας.

Στον Πόντο, οι διωγμοί πήραν τραγικές προεκτάσεις. Πολλοί Γερμανοί βλέποντας τα εγκλήματα άρχισαν να διαφωνούν με την πολιτική της χώρας τους. Ο Γερμανός ιερωμένος J. Leprius έχει γράψει σχετικά: «Ο ανθελληνικός και αντιαρμενικός διωγμός είναι δύο φάσεις ενός και του αυτού προγράμματος, της εξοντώσεως του χριστιανικού στοιχείου στην Τουρκία». Στις 16 Ιουλίου 1916, ο Γερμανός πρόξενος στην Αμισό Kuckhoff έγραφε στο Βερολίνο: «Από αξιόπιστες πηγές ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσμός της Σινώπης και της παραλιακής περιοχής της επαρχίας Κασταμονής έχει εξοριστεί. Εξορία και εξολόθρευση είναι στα τουρκικά η ίδια έννοια, γιατί όποιος δε δολοφονείται, πεθαίνει ως επί το πλείστον από τις αρρώστιες και την πείνα». Ο Αυστριακός υποπρόξενος Αμισού Kwiatkowski στις 30 Νοεμβρίου 1916 ενημέρωσε τον υπουργό Εξωτερικών της χώρας του, τον S. BaronBurian, για τις πρόσφατες αποφάσεις του μουτεσαρίφη Αμισού, Ραφέτ μπέη: «... Στις 26 Νοεμβρίου, μου είπε ο Ραφέτ μπέη: Τελικά με τους Έλληνες πρέπει να ξεκαθαρίσουμε όπως και με τους Αρμένιους... Στις 28-11-1916, μου είπε ο Ραφέτ μπέη πρέπει τώρα να τελειώνουμε με τους Έλληνες. Έστειλα σήμερα στα περίχωρα τάγματα για να σκοτώσουν στο δρόμο κάθε Έλληνα, που συναντούν».

Σκοπός των Τούρκων ήταν, με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολήσεις χωριών, τις λεηλασίες, να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που Θα απέμεναν. Έκθεση που στάλθηκε στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών (14-1-1915) ανέφερε: «Μεταξύ των υπό του Νεοτουρκικού κομιτάτου ληφθεισών αποφάσεων είναι και ο εκτουρκισμός των ελληνικών πληθυσμών, ο οποίος δεν είναι δυνατός, εφόσον υπάρχουσι συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί. Αι στρατιωτικαί ανάγκαι παρέχουσιν καταλληλοτάτην πρόφασιν ίνα διασκορπισθώσιν οι χριστιανοί και ούτω καταστεί δυνατός ο εκτουρκισμός αυτών». Στις 19-12-1916 ο Αυστριακός πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Pallavicini, σε έκθεση που έστειλε στη Βιέννη, περιέγραψε τα τουρκικά εγκλήματα στη μαρτυρική Αμισό: «11 Δεκεμβρίου 1916. λεηλατήθηκαν 5 ελληνικά χωριά και κατόπιν κάηκαν. Οι κάτοικοι εκτοπίστηκαν. 12 Δεκεμβρίου 1916. Στα περίχωρα της πόλης καίγονται χωριά. 14 Δεκεμβρίου 1916. Ολόκληρα χωριά καίγονται μαζί με τα σχολεία και τις εκκλησίες. 17 Δεκεμβρίου 1916. Στην περιφέρεια Σαμψούντας έκαψαν 11 χωριά. Η λεηλασία συνεχίζεται. Οι χωρικοί κακοποιούνται. 31 Δεκεμβρίου 1916. 18 ελληνικά χωριά κάηκαν εξ ολοκλήρου, 15 εν μέρει, 60 γυναίκες περίπου βιάστηκαν. Ελεηλάτησαν ακόμη και εκκλησίες». Οι εκθέσεις της ελληνικής πρεσβείας της Κωνσταντινούπολης, που στάλθηκαν στην Αθήνα τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο του 1917 είναι πολύ αποκαλυπτικές: «... Είκοσιν οχτώ έτερα χωρία επυρπολήθησαν εντός μιας εβδομάδος από της Ι5ης Ιανουαρίου, μη συμπεριλαμβανομένων των πυρποληθέντων κατά Δεκέμβριον.Τα γυναικόπαιδα απεστάλησαν πεζή εν μέσω βροχής και χιόνων εις τα βιλαέτια Σεβάστειας και Άγκυρας. Νήπια, κοράσια, λεχώνες, έγκυοι, ασθενείς και γέροντες ωθούνται από τόπου εις τόπον, διανυκτερεύουσι κατά χιλιάδας εις χάνια, όπου διαμένουσιν άνευ άρτου ή άλλης τροφής... Πολλά παιδία απωλέσαντα τους γονείς των διασκορπίζονται εις τα όρη, ή εις τα τουρκικά χωρία. Οι μετατοπιζόμενοι αποθνήσκουσι καθ' οδόν εκ της πείνης, του ψύχους και των ταλαιπωριών και θάπτονται εις τα όρη, ή αφήνονται βορά των αγρίων θηρίων... Κατά πρόχειρον υπολογισμόν ο αριθμός τούτων υπερέβη ήδη τας 20.000 καθ' εκάστην δε αυξάνεται... Εκ Πάφρας απεστάλη εις Βοϊβάτ ολόκληρος ο άρρην πληθυσμός... Οκτώ χωρία της Πάφρας παράγοντα τον εκλεκτότερον καπνόν της Τουρκίας επυρπολήθησαν και οι κάτοικοι μετεφέρθησαν εις το Βιλαέτιον της Αγκύρας, ετέρων δε οκτώ χωρίων της Αμισού οι κάτοικοι απεστάλησαν εις το εσωτερικόν. Ταύτην την στιγμή φαίνονται εις τα όρη καπνοί και φλόγες… και ο υπαίθριος πληθυσμός της Κερασούντος μετεφέρθη ολόκληρος εις το εσωτερικόν'... Τα αυτά συνέβησαν εις τα επαρχίας Νεοκαισαρείας, Φάτζας και Τσαρσαμπά... Χείρονα τούτων συνέβησαν εις την Πάφραν όπου κατά τας τελευταίας εβδομάδας παρεδόθησαν εις το πυρ έτερα είκοσι χωρία μετά των εκκλησιών των και σχολείων, αφού δε ελεηλατήθη η κινητή αυτών περιουσία και η ακίνητος εγένετο παρανάλωμα του πυρός, ο πληθυσμός ολόκληρος απεστάλη εις το εσωτερικόν... Σκοπός όλων των φρικωδών τούτων γεγονότων είναι η εξόντωσις των εν Τουρκία Ελλήνων, οίτινες οφείλουσι να εκλείψωσι ως οι Αρμένιοι».

Ο μητροπολίτης Χαλδίας Λαυρέντιος στέλνει (στις 7-2-1917) καταγγελία στον Έλληνα επιτετραμμένο στην Κωνσταντινούπολη: «Μετά κατάληψιν Τραπεζούντος υπό Ρώσων μυριάδες Τούρκων μεταναστών ενέσκηψαν εις επαρχίαν Κερασούντος, ελεηλάτησαν τα ελληνικά χωρία και ανεχώρησαν καταλείποντες χολέραν και τύφον. Κατά διαταγήν βαλή της Τραπεζούντος ήρχισε νέα καταδίωξις των Ελλήνων συλληφθέντων και εξορισθέντων των πλουσιοτέρων εξ αυτών. Όταν υπό του γενικού επιτελείου απεφασίσθη η απομάκρυνσις των Ελλήνων από την παραλίαν του Ευξείνου Πόντου αύτη εξετελέσθη υπό του Βαλή Τραπεζούντος και των οργάνων του κατά τον μάλλον απαίσιον τρόπον. Παρά τας διαβεβαιώσεις του αρχηγού τον τρίτον στρατιωτικού σώματος, η εκκένωσις των χωρίων εξετελέσθη εντός 24 ωρών, μη επιτρέποντος εις τους εκτοπιζόμενους να παραλάβωσι μεθ' εαυτών ούτε τροφάς, ούτε ενδύματα, ούτε οικοσκευάς. Διενυκτέρευσαν δε εν υπαίθρω υπό ραγδαίαν βροχήν και ισχυράν συνοδείαν χωροφυλάκων. Εις ουδέν χωρίον επετράπη αυτοίς να επικοινωνήσωσι μετά της Μητροπόλεως, μετά δε την αναχώρησίν των Τούρκοι υπάλληλοι και ιδιώται διήρπασαν τας περιουσίας των. Τα εκκενωθέντα χωρία ανέρχονται εις 38, ο δε πληθυσμός εις 23.000».

Η ήττα της Τουρκίας από τις δυνάμεις της Αντάντ και το τέλος του Α' παγκόσμιου πολέμου έφερε μια προσωρινή ανάπαυλα στο απάνθρωπο σχέδιο των Νεότουρκων. Η νέα τουρκική κυβέρνηση υποχρεώνεται από τις νικήτριες δυνάμεις να δώσει άδειες επιστροφής στους λίγους εξόριστους που είχαν απομείνει. Υπήρξαν κάποιοι ελάχιστοι, έστω, Τούρκοι, που αποδοκίμασαν τα εγκλήματα της γενοκτονίας κατά των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στο έκτακτο στρατοδικείο, που συγκλήθηκε με σουλτανική διαταγή στις 8 Μαρτίου, για να δικάσει τους ηγέτες της κυβέρνησης των Νεότουρκων για τα εγκλήματα κατά του χριστιανικού πληθυσμού, ο Μουσταφά Κεμάλ μεταξύ άλλων κατάθεσε τα εξής: «Οι πασάδες που διέπραξαν απερίγραπτα εγκλήματα, τέτοια που δεν μπορεί να συλλάβει η φαντασία του ανθρώπου και έφεραν τη χώρα σ' αυτή την κατάντια, τώρα υποδαυλίζουν ταραχές για να εξυπηρετήσουν τα δικά τους και μόνο συμφέροντα. Εγκαθίδρυσαν ένα τυραννικό καθεστώς, οργάνωσαν εκτοπίσεις και σφαγές, έκαψαν βρέφη, που ακόμη θήλαζαν, με πετρέλαιο, βίασαν γυναίκες και μικρά κορίτσια μπροστά στα μάτια των γονιών τους, κατάσχεσαν παράνομα την κινητή και ακίνητη περιουσία τους, εξόρισαν γυναικόπαιδα σε άθλια κατάσταση μέχρι τη Μοσούλη, προβαίνοντας σε κάθε είδους ωμότητες. Επεβίβασαν σε πλοία χιλιάδες αθώους και τους πέταξαν στη θάλασσα. Ανακοίνωναν με τελάληδες ότι οι πιστοί στην οθωμανική κυβέρνηση χριστιανοί οφείλουν να παραιτηθούν από τη θρησκεία τους και να αποδεχθούν το Ισλάμ. Επέβαλαν σε γέροντες να βαδίζουν μήνες ολόκληρους νηστικοί και τους εξανάγκαζαν σε διαρκή καταναγκαστική εργασία. Οδήγησαν γυναίκες σε οίκους ανοχής, που λειτουργούσαν κάτω από ανυπόφορες συνθήκες. Γεγονότα που δεν έχουν προηγούμενο στην ιστορία οποιουδήποτε λαού». Όμως, το 1919 αρχίζει νέος άγριος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Εκείνος ο διωγμός υπήρξε η χαριστική βολή για τον ποντιακό ελληνισμό. Στις 20 Μαΐου 1919, ο αρχιμανδρίτης Πανάρετος, σε έκθεσή του προς τον συνταγματάρχη Κατεχάκη αποκαλύπτει στατιστικά στοιχεία της τραγωδίας των Ποντίων «... Η επαρχία Αμασείας είχε προ του πολέμου 136.768 ελληνικό πληθυσμό. Εκ του ολικού αριθμού, 73.375 του πληθυσμού μετετοπίστησαν ή εξορίσθησαν, εκ των οποίων το 70% απέθανον εν τη εξορία, μόλις δε οι 30% επανήλθον... Εκ των 25.000 εξορισθέντων της επαρχίας Νεοκαισαρείας, εκ μεν των χωρικών εσώθησαν μόλις 6% και ούτοι συντετριμμένοι ως ναυαγοί της σατανικής τουρκικής θηριωδίας, εκ δε των κατοίκων των πόλεων 35% ρακένδυτοι και κατεσυληκότες, ζωντανά μαρτύρια της τουρκικής βαρβαρότητος... Η επαρχία Κολωνίας εξ ολοκλήρου κατεστράφη, όλα τα χωριά αυτής ηρημώθησαν, ελάχιστοι ομογενείς σώζονται εν Νικοπόλει... Η επαρχία Χαλδείας-Κερασούντος... είχε... ολικόν πληθυσμόν 167.450. Εκ τούτων 45.000 περίπου εξηνηγκάσθησαν κατά τον χρόνον της ανακατοχής να καταφύγωσιν εις Ρωσίαν, άνω δε των 90.000 μετετοπίσθησαν και εξορίσθησαν εις τα βάθη της Μ. Ασίας... Εκ των εξορισθέντων 80% απέθανον εκ πείνης, εκ των διωγμών, των δεινοπαθημάτων και των δαρμών... Εκ των 72 ελληνικών χωρίων του τμήματος Κερασούντος ουδέν σώζεται...». Παρόμοιες στατιστικές υπάρχουν και για άλλες περιοχές του Πόντου.

Στις 19 Μαΐου 1919, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής γενοκτονίας. Ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα ως απεσταλμένος της οθωμανικής κυβερνήσεως, με την ιδιότητα του επιθεωρητή της «Παραινετικής Επιτροπής». Ο Κεμάλ ανέλαβε να αποκαταστήσει την τάξη στην περιοχή του Πόντου όπου, κατά την αναφορά του Άγγλου φρούραρχου στη Σαμψούντα, τα ελληνικά χωριά δέχονταν συνεχώς επιθέσεις από τις τουρκικές συμμορίες. Άρχισε, όμως, από τη Σαμψούντα ένα εγκληματικό έργο, αντίθετο με την αποστολή του. Με τη βοήθεια μελών του νεοτουρκικού κομιτάτου συγκροτεί μυστική οργάνωση, τη Mutafai Milliye, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων και σχεδιάζει την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού, που ξεκίνησαν οι προκάτοχοί του Νεότουρκοι, το 1916. Αυτό που δεν πέτυχε το σουλτανικό καθεστώς στους πέντε αιώνες της τυραννικής διοίκησής του, να εξοντώσει δηλαδή τον ελληνισμό του Πόντου και της Ιωνίας, το πέτυχε μέσα σε λίγα χρόνια με τους τσέτες του ο Κεμάλ. Μέλος της κεμαλικής οργάνωσης Mutafai Milliye ήταν ο Τοπάλ Οσμάν, γνωστός στην ιστορία ως ο μεγαλύτερος δήμιος των Ελλήνων του Πόντου. Ο Μουσταφά Κεμάλ, αναδεικνύοντας τον Τοπάλ Οσμάν γενικό αντιπρόσωπό του στην παραλιακή ζώνη του Πόντου, με απεριόριστο δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους Πόντιους, υπήρξε ο ηθικός αυτουργός των απερίγραπτων εγκλημάτων του συνεργάτη του. Επιπλέον, ήταν ο μεγάλος «κλεπταποδόχος», έχοντας την επικαρπία των λεηλασιών του αιμοβόρου φίλου του, γιατί ο Οσμάν αγάς του έστελνε κάθε τόσο στην Άγκυρα ολόκληρα φορτία νομίσματα και χρυσαφικά που άρπαζε από τους πλούσιους Πόντιους των πόλεων και των χωριών. Εκθέσεις, τηλεγραφήματα και επιστολές των ποντιακών οργανώσεων ζητούσαν επέμβαση της Ελλάδας και των Ευρωπαϊκών δυνάμεων για τη σωτηρία του εναπομείναντος ποντιακού ελληνισμού. Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες ανάγκασαν τους Έλληνες του Πόντου να ανεβούν στα βουνά οργανώνοντας αντάρτικο για την προστασία του αμάχου πληθυσμού.

Το ποντιακό αντάρτικο, που είχε το χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης, έδρασε κυρίως στο Δυτικό Πόντο, ενώ στον Ανατολικό είναι γνωστό το περήφανο αντάρτικο της Σάντας. Τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε το επικό και ακατάβλητο ποντιακό αντάρτικο. Στις περιοχές όμως που οι αντάρτες δεν μπορούσαν να δράσουν, ο Τούρκοι ανενόχλητοι συνέχιζαν το καταστροφικό τους έργο. Στις 31 Αυγούστου 1920, σε έκθεση του Πατριαρχείου αναφέρονται τα εξής: «... Ο δήμαρχος της πόλης Οσμάν αγάς... διέταξε αμέσως τους Τούρκους της Κερασούντας να απομακρυνθούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Κατόπιν έκλεισε όλους τους χριστιανούς άνδρες στο ελληνικό σχολείο, το ξενοδοχείο BelleVue και σ' ένα μεγάλο κτίριο με τη δολοφονική πρόθεση να τους σκοτώσει. Οι γυναίκες βιάστηκαν και όλα τα χριστιανικά σπίτια λεηλατήθηκαν από ορδές του τυράννου. Κάθε βράδυ έβγαζαν πέντε-έξι χριστιανούς από το σχολείο και τους σκότωναν». Με την επικράτηση του Κεμάλ, οι διωγμοί συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση. Στήνονται στις πόλεις του Πόντου τα διαβόητα έκτακτα δικαστήρια ανεξαρτησίας, που καταδικάζουν και εκτελούν την ηγεσία του ποντιακού ελληνισμού. Οι διαμαρτυρίες των ποντιακών οργανώσεων του εξωτερικού μένουν χωρίς αποτέλεσμα. Το τέλος του Πόντου πλησιάζει.

Στις 25 Μαΐου 1922, αντιπροσωπεία της ελληνικής ναυτικής βάσης, που είχε την έδρα της στην Κωνσταντινούπολη σύνταξε έκθεση που στάλθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών: «Η κατάστασις των χριστιανών των άνω περιοχών είναι οικτροτάτη. Εις την ύπαιθρον χώραν κάτοικοι παντάπασιν δεν υπάρχουσιν. Πάντα τα χριστιανικά χωρία έχουσι πυρποληθή, εκ δε των κατοίκων άλλοι μεν απελαθέντες εσφάγησαν καθ' οδόν, άλλοι δε συλληφθέντες εφονεύθησαν επιτοπίως ή εκάησαν ζώντες». Άπειρες είναι οι εκθέσεις στα αρχεία των υπουργείων Εξωτερικών για το μαρτύριο του ποντιακού λαού. Περισσότεροι από 350.000 Πόντιοι βρήκαν μαρτυρικό θάνατο από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς. Τα βουνά και οι χαράδρες του Πόντου γέμισαν από τα πτώματα των αθώων θυμάτων της τουρκικής θηριωδίας. Τον επίλογο της τραγικής ποντιακής γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών (Συνθήκη της Λοζάνης 1923) έρχονται στην Ελλάδα και τα τελευταία ζωντανά υπολείμματα. Οι πρόσφυγες μεταφέρονταν με τουρκικά πλοία και με την επίβλεψη των συμμαχικών δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη περιθάλπονταν από τον εκεί Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό στους στρατώνες Σελιμιέ και από εκεί, επιβιβάζονταν σε ελληνικά πλοία με προορισμό την Ελλάδα. Οι συνθήκες μεταφοράς στην Κωνσταντινούπολη ήταν άθλιες και συχνά εκβιαστικές, η δε κατάσταση στους τούρκικους στρατώνες ήταν τραγική, καθώς οι ταλαιπωρημένοι πρόσφυγες στοιβάζονταν κατά χιλιάδες χωρίς νερό και με τις αρρώστιες, κυρίως τον τύφο, να τους θερίζουν κυριολεκτικά. Κανείς Πόντιος δεν απομένει στην ιστορική του πατρίδα εκτός από αυτούς που βίαια εκτουρκίστηκαν και εξισλαμίστηκαν. Οι Έλληνες πρόσφυγες που ήλθαν από τον Πόντο στην Ελλάδα, ανέρχονται, κατά τους υπολογισμούς της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, σε 325.000 έως 400.000 άτομα.. Πολιτικά συμφέροντα και σκοπιμότητες έριξαν στη λήθη μετά τον ξεριζωμό την υπόθεση της μεγάλης γενοκτονίας των Ποντίων. Οποιαδήποτε αναφορά στο ποντιακό ζήτημα συνειδητά αποφεύχθηκε από το εξαρτημένο ελλαδικό κράτος που δεν ήθελε να διαταράξει το Νατοϊκό δόγμα της ακεραιότητας της Τουρκίας.

Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων η ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο», ημέρα που στην Τουρκία αποτελεί εθνική γιορτή της τουρκικής νεολαίας. Η 19η Μαΐου αποτελεί την ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στην Σαμψούντα και ξεκίνησε η δεύτερη φάση της ποντιακής γενοκτονίας. Όμως η διεκδίκηση του αιτήματος της διεθνούς αναγνώρισης της ποντιακής γενοκτονίας από το τουρκικό κράτος και τη διεθνή κοινότητα πρέπει να συνεχιστεί και να ενταθεί, ώστε να υπάρξει τουλάχιστον η ηθική δικαίωση των Ποντίων, με την διεθνή αποκάλυψη των τραγικών και εγκληματικών γεγονότων που συνέβησαν σε βάρος του ποντιακού ελληνισμού.

Τα παραπάνω κείμενα προέρχονται από το βιβλίο «Ο Πόντος». Εκδόσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ-ΠΑΙΔΕΙΑ




Κυριακή 15 Μαΐου 2011

ΤΟ ΤΡΑΜ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ (1910-1940)



Τράμ στον παραλιακό δρόμο της Καλαμάτας, έργο του Γ. Μανωλακάκη.

Η Καλαμάτα, ήδη από το τέλος του 19ου αιώνα, είχε μεγάλη οικονομική ανάπτυξη, που οφειλόταν στην πλούσια γεωργική παραγωγή της μεσσηνιακής πεδιάδας και στην ανάπτυξη του λιμανιού της.

Όπως ήταν φυσικό, σύντομα αναπτύχθηκε σε περιφερειακό εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας εύπορης αστικής τάξης, η οποία αντέγραφε τα πρότυπα της ζωής της Αθήνας και της Πάτρας. Όσο η πόλη αναπτυσσόταν και γινόταν εμπορικό κέντρο της χώρας και το λιμάνι της εξαγωγικός σταθμός, τόσο μεγάλωνε και η ανάγκη για τη συγκοινωνιακή σύνδεση του κέντρου με την παραλία, που χωρίζονταν από μια απόσταση δύο χιλιομέτρων.

Οι πρώτες προσπάθειες για την κατασκευή δικτύου ηλεκτροκίνητου τραμ στην Καλαμάτα άρχισαν το 1898, επί δημαρχίας του Πέτρου Αντ. Μαυρομιχάλη, το δημοτικό συμβούλιο της Καλαμάτας ενέκρινε σύμβαση με τη γερμανική εταιρεία Χίντερμαν και Σια Περί εγκαταστάσεως Ηλεκτρικού Σταθμού εν Καλάμαις προς φωτισμόν και κινητήριον δύναμιν. Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή η ανάδοχος εταιρία θα κατασκεύαζε και θα εκμεταλλευόταν τροχιόδρομον ηλεκτρικού συστήματος εναερίου άνευ τινός απαιτήσεως παρά του Δήμου.... Τελικά όμως η εν λόγω σύμβαση δεν υλοποιήθηκε.

Το 1903 υπογράφετε νέα σύμβαση κατασκευής και λειτουργίας τροχιόδρομου στην Καλαμάτα, μεταξύ του Δήμου Καλαμών, όπως αποκαλούνταν τότε η Καλαμάτα, και του επιχειρηματία Κονοπισόπουλου, πλην όμως ο ανάδοχος του έργου δεν κατάφερε να φέρει εις πέρας τη συμβατική του υποχρέωση. Την ίδια τύχη είχε και η τρίτη σύμβαση με την "Ηλεκτρική Εταιρεία" το 1905. Έτσι φθάνουμε στον Ιανουάριο του 1908, οπότε επί δημαρχίας Π. Μπενάκη υπογράφεται, με το υπ' αριθ 21243/1908 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Α. Λίγγρη, η τετάρτη  στη σειρά σύμβαση, αυτή τη φορά με την εταιρεία του επιχειρηματία Ιπποκράτη Απέργη, η οποία εγκρίνεται από το Δημοτικό Συμβούλιο και επικυρώνεται από τη Βουλή με τον ν. ΓΡΞΒ' "Περί χορηγήσεως αδείας εις τον Δήμον Καλαμών προς σύναψιν συμβάσεων περί κατασκευής και εκμεταλλεύσεως ηλεκτρικού τροχιοδρόμου εν τη πόλει των Καλαμών και τοις περιχώροις"". Εκ μέρους της εταιρείας το συμβόλαιο υπέγραψε ο Γεώργιος Σεκάκος. (ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΣΥΜΒΑΣΗ)

Η εταιρεία Ηλεκτρικοί Τροχιόδρομοι Καλαμών αναλάμβανε την εκμετάλλευση του τραμ για μια 50ετία, με την προϋπόθεση ότι θα κατασκεύαζε και εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος για τις ανάγκες του τραμ.

Τα έργα ξεκίνησαν το Νοέμβριο του 1908 και ειδικότερα "στις 13/11/1908 κατέπλευσε επιτέλους στο λιμάνι της Καλαμάτας το ατμόπλοιο "Αραράς", προερχόμενο από την Αμβέρσα, με τα διάφορα υλικά που είχε παραγγείλει η ανάδοχος εταιρεία στο Βέλγιο και άρχισαν οι εργασίες κατασκευής του δικτύου και του εργοστασίου, οι οποίες ολοκληρώθηκαν σε ένα χρόνο περίπου και έτσι, τον Απρίλιο του 1910 ξεκίνησε να κυκλοφορεί τραμ και στην Καλαμάτα.

Η γραμμή ήταν μετρικού εύρους και μονή, με παρακαμπτήριες σιδηροτροχιές σε ορισμένα σημεία για τις διασταυρώσεις. Υπήρχαν τέσσερα τέτοια σημεία στα οποία η γραμμή διπλασιαζόταν προκειμένου να πραγματοποιούνται οι απαραίτητες διασταυρώσεις.

Μετά την επέκτασή του το έτος 1915, το δίκτυο είχε συνολικό μήκος 5 χιλιομέτρων.

Το τροχαίο υλικό περιελάμβανε έξι οχήματα Siemens διαξονικά με κλειστούς εξώστες, με 16 θέσεις καθημένων σε ξύλινους καναπέδες αντικριστούς (στα δύο πλαϊνά). Εκτός από τον οδηγό υπήρχε, φυσικά, και ο εισπράκτορας και ένα σχοινάκι κατά μήκος του οχήματος με ένα καμπανάκι που ειδοποιούσε τον οδηγό για την επιθυμία των επιβατών για στάση.

Η εταιρεία ήταν υποχρεωμένη να εκτελεί τουλάχιστον 24 δρομολόγια την ημέρα το καλοκαίρι και 20 το χειμώνα.

Το αμαξοστάσιο των οχημάτων βρισκόταν μεταξύ των σημερινών οδών Αριστομένους, Πινδάρου και Φιλελλήνων περίπου.

Όπως δείχνουν οι καρτ-ποστάλ της εποχής, που όμως είναι επιχρωματισμένες, τα τραμ της Καλαμάτας ήταν κίτρινα.

Αρχικά λειτούργησαν δύο γραμμές, μία από την Κάτω Πλατεία μέσω της σημερινής οδού Αριστομένους και της παραλίας μέχρι τα "θαλάσσια λουτρά" και μία από την πλατεία Φραγκολίμνης μέσω της σημερινής οδού Φαρών μέχρι την παραλία. Το 1915, με την κατεδάφιση της εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου στην πάνω πόλη, ενώθηκαν οι δύο γραμμές. 

Τελικά, το τραμ, μετά την ολοκλήρωση του δικτύου του, κινούνταν κυκλικά και διερχόταν από τις σημερινές οδούς Ναυαρίνου-Φαρών-Πλατείας-Φραγκολίμνης-Μητροπολίτου Μελετίου- Υπαπαντής-Πλατείας και 23ης Μαρτίου, Αριστομένους και από τις οδούς του λιμανιού κοντά στο Τελωνείο, για να καταλήξει και πάλι στην οδό Ναυαρίνου, όπου ήταν η αφετηρία του, στο ύψος περίπου των τότε "θαλασσίων λουτρών", κοντά στη σημερινή ψαροταβέρνα "Κοιλάκου''". 

Θεωρείται πολύ σημαντικό που σε μια μεσαίου μεγέθους πόλη το τραμ λειτούργησε βιώσιμα επί τριάντα χρόνια. Ήταν όμως κάτι φυσιολογικό, καθώς ο τροχιόδρομος κάλυψε σημαντικές ανάγκες μετακινήσεων των κατοίκων, αφού συνέδεσε τη σχετικά αποκομμένη παραλία με το κέντρο. 

Η πιο παραγωγική δεκαετία θεωρείται αυτή από το 1928 έως το 1938, οπότε κατά μέσο όρο χρησιμοποιούσαν το τραμ 930.000 επιβάτες το χρόνο. Η μεγαλύτερη κίνηση υπήρξε το 1934 με 1.500.000 επιβάτες, το 1933 με 1.200.000 και το 1936 με 1.000.000 επιβάτες. Το τραμ έκανε το τελευταίο του δρομολόγιο στις 11 Ιανουαρίου 1940, σύμφωνα με κάποιες άλλες πηγές στις 24 Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου. Υπάρχουν δημοσιεύματα στον Τύπο της εποχής (το κείμενο παραθέτει άρθρα από το "Θάρρος") με διαμαρτυρίες για τη διακοπή των δρομολογίων, τόσο επειδή το επιβατικό κοινό έχασε αυτή την εξυπηρέτηση όσο και για τους εργαζόμενους της εταιρείας, που έμειναν άνεργοι.

Μετά από 30 χρόνια λειτουργίας το τραμ στην Καλαμάτα διέκοψε την λειτουργία του το χειμώνα του 1940. Η αφαίρεση των γραμμών του τραμ έγινε σταδιακά και ολοκληρώθηκε το 1962.

Το 1996, ύστερα από σχετικό αίτημα του δημοτικού συμβουλίου της πόλης, εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ποσό 1,8 δισ. δραχμών για την εκ νέου εγκατάσταση τροχιοδρομικού δικτύου στην Καλαμάτα.

Επί δημαρχοντίας Χρήστου Μαλαπάνη ξεκίνησε προσπάθεια για την εγκατάσταση ενός καινοτόμου συστήματος ελαφρού τραμ στην πόλη. : "Ο Δήμος ανέθεσε την εκπόνηση σχεδίου επαναλειτουργίας στην πόλη (μεταξύ πόλης και παραλίας) ενός ελαφρού τραμ, το οποίο θα κινείται με συσσωρευτές ρεύματος, ώστε να μην επιβαρυνθεί το έργο με την πολυδάπανη κατασκευή εναέριου καλωδίου τροφοδοσίας ηλεκτρικού ρεύματος". Το σωστό είναι ότι η τότε Δημοτική Αρχή επέλεξε να εγκαταστήσει τραμ με μπαταρίες, όχι λόγω μικρότερου κόστους, αλλά στο πλαίσιο του καινοτομικού προγράμματος για ένα φιλικό στο περιβάλλον τροχιοδρομικό μέσο μεταφοράς.
Η λειτουργία του τραμ θα συνδυαζόταν με εκτεταμένες αναπλάσεις και πεζοδρομήσεις στην πόλη. Το όλο σχέδιο είχε δεχθεί να χρηματοδοτήσει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Δυστυχώς, με την αλλαγή της τότε Δημοτικής Αρχής, το έργο επανασυζητήθηκε αλλά αμφισβητήθηκε, με αποτέλεσμα να μην υλοποιηθεί τίποτα μέχρι σήμερα"

Για πολλούς, το τραμ της Καλαμάτας είναι μια τελειωμένη υπόθεση και δεν υπάρχει λόγος να ξανανοίξει. 
Για άλλους, όμως, παραμένει ζωντανό όνειρο, από το οποίο η πόλη θα κερδίσει πολλά εάν επιχειρήσει να το κάνει πραγματικότητα. 


ΠΗΓΕΣ:    
Flash της Μεσσηνίας
Τροχιόδρομοι Καλαμάτας – Βικιπαίδεια

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

ΒΟΛΤΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΜΕ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ ΤΟΥ 1958



Το Σάββατο 14 Μαΐου 2011 και ώρα 10:30, από τον παράδρομο της οδού ακαδημίας, όπισθεν πανεπιστήμιου Αθηνών, το μουσειακό λεωφορείο Scania vabis με αμάξωμα Ιωάννη Φιτσίου του 1958 (4ο ΚΤΕΛ Αθηνών Νο 103), θα αναχωρήσει δια ΓΚΥΖΗ, ΑΧΑΡΝΑΣ και ΒΑΡΥΜΠΟΜΠΗΝ.
Όσοι πιστοί προσέλθετε...

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟΝ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ:
ΔΙΑ ΛΕΩΦ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΔΡΑΧΜΑΣ 0,90
ΔΙΑ ΓΚΥΖΗ ΔΡΑΧΜΑΣ 1,20
ΔΙΑ ΣΤΑΘΜΟΝ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΡΑΧΜΗΝ 1
ΔΙΑ ΓΕΦΥΡΑΝ ΔΡΑΧΜΑΣ 1,30
ΔΙΑ ΠΛΑΤ. ΑΓ.ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ ΔΡΑΧΜΑΣ 1,50
ΔΙΑ ΔΙΑΣΤ. ΓΕΡΟΒΟΥΝΟΥ ΔΡΑΧΜΑΣ 2,30
ΔΙΑ ΑΜΑΛΙΑΝ ΔΡΑΧΜΑΣ 3
ΔΙΑ ΑΧΑΡΝΑΣ ΔΡΑΧΜΑΣ 4
ΔΙΑ ΔΙΑΣΤ. ΛΕΩΦ. ΠΑΡΝΗΘΟΣ ΔΡΑΧΜΑΣ 5
ΔΙΑ ΜΕΤΟΧΙΟΝ ΔΡΑΧΜΑΣ 6
ΔΙΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗΝ ΓΡΑΜΜΗΝ ΑΧΑΡΝΩΝ-ΒΑΡΥΜΠΟΜΠΗΣ ΔΡΑΧΜΑΣ 2,70

ΠΑΡΑΚΑΛΕΙΣΘΕ ΟΠΩΣ ΚΡΑΤΕΙΤΕ ΤΟ ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΤΙΜΟΝ ΤΟΥ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟΥ.
(ΕΥΡΩ ΔΕΝ ΙΣΧΥΟΥΝ)

Την εκδήλωση οργανώνει ο "Σύλλογος Μελέτης Ιστορίας Των Συγκοινωνιών".

Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

ΠΟΥ 'ΣΑΙ ΡΕ ΘΕΟΔΩΡΕ...


Που 'σαι ρε Θεόδωρε...

Που 'σαι να δεις τα χάλια μας. Να δεις για ποιούς ελευθέρωσες την Ελλάδα και να ξαναφωνάξεις: «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους».

Που 'σαι να αρπάξεις όλους αυτούς τους αλήτες από τον λαιμό και να φωνάξεις:

«Τι κάνετε, ωρέ; Για εσάς μωρέ οι Έλληνες έχυσαν το αίμα τους;

Αλλά τι να περιμένω, μωρέ από εσάς; Σάμπως δικοί σας “συνάδελφοι” δεν ήταν και αυτοί που με καταδίκασαν να σαπίσω στη φυλακή σαν “ευχαριστώ” για την προσφορά μου στον αγώνα για την ελευθερία αυτής της πολύπαθης χώρας που κάποιοι (μεταξύ τους και εσείς ωρέ ζαγάρια) δεν θέλουν να ορθοποδήσει και προσπαθούν με κάθε τρόπο να την έχουν πάντα γονυπετής να παρακαλάει για βοήθεια, γιατί, μωρέ, δεν έχει ηγέτες ικανούς να διαχειριστούν τους φυσικούς πόρους της.

Τόσοι Έλληνες έχυσαν το αίμα τους για να διώξουμε τους Τούρκους από την Ελλάδα, για να τους έχετε εσείς ωρέ όρνεα, να κόβουν βόλτες στο Αιγαίο σαν κύριοι.

Σηκωθείτε ωρέ χαντακωμένοι και τσακιστείτε έξω από την πατρίδα μας (γιατί για Έλληνες δεν σας μετράω) και αφήστε κανέναν άλλον να κυβερνήσει, μήπως και δουν οι Έλληνες καμιά άσπρη μέρα.

Αχ μωρέ και να μπορούσα να σηκωθώ από τον τάφο και να πάρω τη σπάθα και τις μπιστόλες μου και να 'ρχόμουνα καβάλα στο άλογό μου να ελευθερώσω για άλλη μια φορά την πατρίδα μου, μόνο που τώρα θα την ελευθερώσω από εσάς, ψευτοσωτήρες που για χρόνια πίνετε το αίμα του ελληνικού λαού και το παίζετε και καμπόσοι.

Ψεύτες, λωποδύτες, βολεμένα τραγιά των αμερικανών και των ευρωπαίων.

'Οξω, ωρέ. 'Οξω μη σας πάρει ο Διάολος ούλους. Ούτε στον θάνατο δεν μ' αφήνετε ήσυχο.

'Οξω, μωρέ , γιατί έτσι και σηκωθώ θα σας πάρει και θα σας σηκώσει. Καταραμένη φάρα.

Σήκω, μωρέ Παπαφλέσσα, να τους πιάσουμε, εγώ τους πολιτικάντηδες κι εσύ τους κοιλαράδες τους τραγοπαπάδες (όχι ούλους, ξέρεις εσύ, ποιούς) και να τους πετάξουμε ούλους έξω από την Ελλάδα μας μπας και καθαρίσει η χώρα, γιατί έτσι και περιμένουμε από τους καναπεδάτους, χέσε μέσα. Μέχρι να σηκώσουν το ένα τους κανί, βρωμάει τ' άλλο.

Σήκω, λοιπόν Γρηγόρη και φώναξε και τα άλλα τα παλικάρια, τους σύγχρονούς μας, αλλά και τους παλαιότερους. Τον Λεωνίδα, τον Οδυσσέα, τον Θεμιστοκλή, τον Μιλτιάδη, τον Μεγαλέξαντρο. Φώναξέ τους ούλους και πάμε. Πάμε για την Ελλάδα, την δική μας και των παιδιών μας...»

Που 'σαι ρε Θεόδωρε...

Που 'σαι, να τα πεις όλα αυτά...

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

TΡΟΧΙΟΔΡΟΜΟΣ KΑΡΛΟΒΑΣΙΩΝ ΣΑΜΟΥ (1905-1939)



Το άκουσμα και μόνον της φράσης «το τραμ της Σάμου», προκαλεί απορία και δυσπιστία σε όποιον την ακούει και δεν μπορεί να φανταστεί ότι μια τόσο μικρή πόλη όπως το Καρλόβασι της Σάμου θα μπορούσε να έχει τραμ, έστω και ιππήλατο, όπως ήταν σε όλη την περίοδο της λειτουργίας του.
 
Στα χρόνια της Ηγεμονίας Σάμου (1834-1912), τα «Καρλοβάσια» σταδιακά μετατρέπονται από αγροτική σε αστική βιομηχανική, καθώς αναπτύσσονται το εμπόριο, η ναυτιλία και η βιομηχανία, κυρίως η βυρσοδεψία, τα καπνεργοστάσια, τα οινοποιεία και αυτά με τη σειρά τους επιδρούν στην εξέλιξη των υποδομών της πόλης (δρόμοι, εκπαιδευτικά ιδρύματα, λιμάνι, αποχετευτικό σύστημα κ.λπ.). Η πόλη φτάνει στις 6.500 κατοίκους και σταδιακά γίνεται ένα από τα σημαντικότερα βυρσοδεψικά κέντρα της ανατολικής Μεσογείου.

Η μεταφορά των εμπορευμάτων και ανθρώπων καλύπτονταν από τα δυσκίνητα κάρα. Ένα τραμ θα μετέφερε με μεγαλύτερη ασφάλεια, ταχύτητα και μικρότερο κόστος τα εμπορεύματα, θα διευκόλυνε την επικοινωνία μεταξύ των τριών οικισμών που συναποτελούσαν τον Δήμο Καρλοβασίων και θα προσέδιδε αίγλη σε ένα εμπορικό κέντρο που φιλοδοξούσε να αυξήσει την εμβέλειά του και εκτός του ελλαδικού χώρου.

Οι εργασίες κατασκευής της γραμμής του τραμ άρχισαν στα τέλη Ιουνίου του 1905 και τελείωσαν σε χρόνο ρεκόρ, αφού τα εγκαίνια της λειτουργίας του έγιναν την 25η Σεπτεμβρίου 1905 σε μια μεγαλόπρεπη τελετή στο Νέο Καρλόβασι. Η βασική γραμμή είχε μήκος 3.300 μέτρα, ενώ υπήρχαν και δύο διακλαδώσεις, για εμπορικές μεταφορές, μήκους 750 και 250 μέτρων.

Για τις μεταφορές χρησιμοποιήθηκαν πέντε επιβατικά βαγόνια (2 χειμερινά, 3 καλοκαιρινά) κατασκευασμένα στη Σμύρνη και τουλάχιστον ένα βαγόνι-πλατφόρμα για τα εμπορεύματα. Για την έλξη των επιβατικών τραμ χρησιμοποιούσαν δύο άλογα. Το βαγόνι-πλατφόρμα έσυρε πάντοτε ένα άλογο. Ο συνολικός αριθμός των αλόγων που χρησιμοποιούσαν ήταν γύρω στα 10 με 15.

Η εμφάνιση λεωφορείων και φορτηγών και η αδυναμία συντήρησης του τροχαίου υλικού και των γραμμών, οδήγησαν στο τέλος της λειτουργίας του στα τέλη Οκτωβρίου του 1939.

ΠΗΓΗ: 
Τροχιόδρομος Καρλοβασίων Σάμου, 1905-1939, N. Κόγια, Δήμος Καρλοβασίων 2000
 ΣAKHΣ KOYPOYZIΔHΣ Διευθυντής της Ευωνύμου Οικολογικής Βιβλιοθήκης

7 Ημέρες Καθημερινής 6.3.2005

Κυριακή 1 Μαΐου 2011

ΠΑΜΕ ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΜΕ ΤΟ ΤΡΑΜ ΤΗΣ ΒΑΡΚΕΛΩΝΗΣ

 
 

ΤΟ ΤΡΑΜ ΤΗΣ ΠΑΤΡΑΣ (1902-1918).


Η Πάτρα απέκτησε Τραμ στις 6 Ιουνίου του 1902, επί δημαρχίας Δημητρίου Βότση και επί νομαρχίας Χρήστου Παλαμά, αδερφού του Κωστή Παλαμά.
Το Τραμ της Πάτρας ήταν πρωτοποριακό, διότι  ήταν το πρώτο ηλεκτροκίνητο τραμ στην Ελλάδα με την Αθήνα να αποκτά λίγα χρόνια αργότερα την δική της  ηλεκτροκίνητη γραμμή. Η Πάτρα είναι και η πρώτη ελληνική πόλη που ηλεκτροφωτίστηκε.

Το ιστορικό

Η πρώτη σκέψη ν’ αποκτήσει η Πάτρα ηλεκτροκίνητο τραμ έγινε το 1893 από τον τότε δήμαρχο Αριστομέ­νη Κοντογούρη, ο οποίος ανέθεσε στον Γάλλο μηχα­νικό Κοσέ να καταρτίσει σχετική μελέτη. Ο Δήμος έ­δωσε σε αυτή ευρεία δημοσιότητα, αλλά δεν εκδηλώ­θηκε ενδιαφέρον ούτε από τεχνικές εταιρείες, ούτε από επενδυτές. Αργότερα, όταν ο Δήμος διαπραγμα­τευόταν με την ελληνική «Ηλεκτρική Εταιρεία» την ίδρυση εργοστασίου αεριόφωτος (γκάζι), ο δήμαρχος Θάνος Κανακάρης έθεσε ως προϋπόθεση οποιασδήπο­τε συμφωνίας ν’ αναλάβει η Εταιρεία και την αστική συγκοινωνία με ηλεκτροκίνητα τραμ. Ως εγγύηση για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής ο Κανακάρης ανάγκασε την Εταιρεία να καταθέσει 50.000 δρχ. Η υπόθεση δεν προχωρούσε, ώσπου τελικά το 1900, με αντάλλαγμα την τροποποίηση της αρχικής συμφω­νίας για το γκάζι, ο δήμαρχος Βότσης έπεισε την Εταιρεία του Αεριόφωτος να προχωρήσει στην εισα­γωγή του νέου συγκοινωνιακού μέσου.

Το εργοστάσιο 

Το έργο άρχισε με την εγκατάσταση δίπλα στο Γκάζι (στην περιοχή Κρύα Ιτεών) άλλου εργοστασίου, το οποίο θα παρήγε την ηλεκτρική ενέργεια, που χρεια­ζόταν για την κίνηση των οχημάτων. Λεπτομέρειες για το εργοστάσιο των τραμ δημοσίευσε ο τεχνικός διευθυντής του Ιωάννης Διπλαρόπουλος στην «Πολυ­τεχνική Επιθεώρηση» (αρ. 6/1909) περιοδικό του «Συνδέσμου μηχανικών διπλωματούχων του Μετσοβείου Πολυτεχνείου».

Σύμφωνα με την περιγραφή του Διπλαρόπουλου το εργοστάσιο περιλάμβανε δύο ζεύγη μηχανών, που το καθένα το αποτελούσαν:     
α) Μία αεριομηχανή δυνάμεως 100 ίππων, που λειτουργούσε με γκάζι από το διπλανό εργο­στάσιο αεριόφωτος
β) Μία ηλεκτρομηχανή 60 kw που έδινε ρεύμα τάσεως 550 – 600 βολτ.
γ) Τον πίνακα διανομής του ρεύματος και άλλα δευτερεύοντα μηχανήματα. Από το εργοστάσιο ξεκινούσαν τα εναέρια σύρματα, που είχαν αναρτηθεί σε ύψος έξι μέτρων. Ήταν χάλ­κινα κυκλικής τομής 50 τετραγωνικών χιλιοστών και διαμέτρου 8,25 χιλιοστών.
Τα μηχανήματα εγκατα­στάθηκαν στο ηλεκτρικό εργοστάσιο τον Οκτώβριο του 1900. Τον επόμενο μήνα κομίστηκαν στο λιμάνι οι σιδηροτροχιές, που είχαν πλάτος ένα μέτρο.

Στρώθηκαν σε δύο γραμμές. Μία από τον ναό Αγίου Διονυσίου έως τις Ιτιές (5.300 μέτρα). Η άλλη από την ίδια αφετηρία έως τα Ταμπάχανα (1.700 μέ­τρα). Το στρώσιμο τους στον δρόμο άρχισε τις 18 Απριλίου του 1901 με τελετή εγκαινίων έξω από το εργοστάσιο. Έβαλαν σε μια τρύπα μικρή σιδερένια ράβδο, και ο Δήμαρχος με δύο σφυριές την έμπηξε βαθύτερα στο έδαφος. Τότε διορίστηκε «διευθυντής των τροχιοδρόμων» ο μηχανικός Σπήλιος Αγαπητός, τον οποίο το 1903 διαδέχτηκε ο I. Διπλαρόπουλος έως το 1908, οπότε ανέλαβε την κατασκευή και διεύ­θυνση του εργοστασίου των τραμ της Αθήνας.

Τα οχήματα αγοράστηκαν από την Αμερική. Είχαν πλάτος δύο μέτρα και μήκος περίπου έξι. Ήταν δύο ειδών οι άμαξες. Αυτοκίνητες, που καθεμία ζύγιζε 7 τόνους, και ρυμουλκούμενες, που ζύγιζαν 3,5 τόνους η μία.

Η τοποθέτηση των σιδηροτροχιών και η ανάρ­τηση των εναέριων συρμάτων προχωρούσαν με αρ­γούς ρυθμούς, γιατί συναντούσαν εμπόδια. Πολλοί ι­διοκτήτες οικιών δεν δέχονταν να τοποθετήσει η Εταιρεία μονωτήρες στους τοίχους των. Εξάλλου για την επίστρωση των σιδηροτροχιών σε πολλά σημεία ανέμενε η Εταιρεία ν’ αποπερατωθούν εκτελούμενα έργα οδοποιίας. Στα Ταμπάχανα χρειάστηκε να κο­πεί μέρος του κήπου Γλαράκη και του διπλανού οικο­πέδου. Ο Δήμος τ’ αγόρασε πληρώνοντας και για τα δύο ακίνητα 19.000 δρχ. Το στρώσιμο των σιδηρο­τροχιών διήρκεσε πέντε μήνες και ολοκληρώθηκε τα μέσα Σεπτεμβρίου 1901. 

Η ΠΡΩΤΗ ΔΟΚΙΜΗ
Η πρώτη δοκιμή 

Τις 15 Μαρτίου 1902 το πρωί έγινε η πρώτη δοκιμή κυκλοφορίας τραμ. Ένα βαγόνι με επιβάτες μόνο τε­χνικούς της Εταιρείας ξεκίνησε από την είσοδο του εργοστασίου και από την οδό Αγίου Ανδρέου έφθασε στην αγγλικανική εκκλησία. Προχωρούσε με βραδύ ρυθμό και συχνές στάσεις για τεχνικούς ελέγχους.
Όταν περνούσε έξω από το «Λεσχίδιον», οι θαμώνες του ιστορικού καφενείου βγήκαν στο πεζοδρόμιο και χειροκροτούσαν.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας έγινε δοκιμαστική διαδρομή από το εργοστάσιο έως τα Τα­μπάχανα.
Στη διάρκεια της το βαγόνι εκτροχιάστηκε τρεις φορές σε ισάριθμες στροφές:
α) Από την Αγίου Ανδρέου στην Καλαβρύτων
 β) Από την Καλαβρύ­των στην Αγίου Γεωργίου
γ) Από την Αγίου Γεωρ­γίου στην Γερμανού.
Διαπιστώθηκε ότι στα σημεία αυτά ήταν ελαττωματικές οι κλίσεις των σιδηροτρο­χιών. Έγιναν οι απαραίτητες διορθώσεις και η νέα δοκιμή τις 27 Μαρτίου ήταν απολύτως επιτυχής, χωρίς να παρουσιασθεί κανένα πρόβλημα.

Ανακοίνωση στις εφημερίδες των εγκαινίων του τραμ
πηγή: Εμπρός 8/4/1902
Η πρώτη ημέρα

Η τακτική συγκοινωνία με το τραμ άρχισε τις 7 Απριλίου 1902, Κυριακή των Βαΐων. Τις 5 το από­γευμα συγκεντρώνονται στο ηλεκτρικό εργοστάσιο οι τοπικές αρχές, επίσημοι, καθώς και πρόξενοι 6 ξένων χωρών, ενώ πυκνά πλήθη δημοτών κατακλύζουν τον γύρω χώρο και την οδό Αγίου Ανδρέα. Ο αρχιεπίσκοπος Πατρών και Ηλεί­ας, Ιερόθεος Μητρόπουλος ψάλλει αγιασμό, και ο δήμαρχος Δημήτριος Βότσης εκφωνεί ενθουσιώδη λό­γο.
Έπειτα οι επίσημοι επιβιβάζονται σε στολισμένο με σημαίες και άνθη αυτοκινούμενο βαγόνι, το οποίο σέρνει δύο ρυμουλκούμενες άμαξες με επιβάτες όσους πολίτες πρόφθασαν να ανεβούν σε αυτές. Το όχημα με τα τρία βαγόνια προχωρεί με μικρή ταχύτητα στην οδό Αγίου Ανδρέα και σταματάει εμπρός από το Λεσχίδιο στη γωνία με την οδό Κολοκοτρώνη. Άλλοι επιβάτες κατεβαίνουν και άλλοι πληρώνουν εισιτήριο και πηγαίνουν ως το τέρμα της γραμμής εμπρός από την εκκλησία του Αγίου Διονυσίου.
Το πρώτο εισιτή­ριο το έβγαλε η δεσποινίς Πίτσα Μαλτέζου. Εντωμεταξύ η Εταιρεία έθεσε σε κυκλοφορία άλλα τρία οχή­ματα έως τη 1.30 μετά τα μεσάνυχτα.
Συνολικά τα τέσσερα τραμ εισέπραξαν 400 δρχ. περίπου, το αντί­τιμο 2.500 εισιτηρίων. 

Η καθημερινή λειτουργιά

Τις τρεις πρώτες εβδομάδες το τραμ κυκλοφορούσε μόνο στη μία γραμμή, από τον ναό Αγίου Διονυσίου ως τις Ιτιές. Εκεί τερμάτιζε μπροστά από το κέντρο «Πρώται Ιτέαι».

Από τις 29 Απριλίου άρχισε να λει­τουργεί και η γραμμή Άνω Πόλεως, που περνούσε από τις οδούς Γούναρη (τότε Καλαβρύτων), Αγίου Γεωργίου, Γερ­μανού και κατέληγε στα Ταμπάχανα. Στην ανηφορική πορεία της τελευταίας γραμμής οφείλεται και η φράση που ακουγόταν από τους Πατρινούς "τάιστο τάιστο", με την οποία βέβαια κορόιδευαν την όλη κατάσταση, δηλαδή το γεγονός ότι το τραμ δυσκολευόταν να συνεχίσει εύκολα την διαδρομή του.

Τη συγκοινω­νία εξυπηρετούσαν έξι αυτοκινούμενες άμαξες, τέσσε­ρις την Κάτω Πόλη και δύο την Άνω. Καθεμία έσερ­νε δύο ή τρία βαγόνια, ανάλογα με την ώρα και την αναμενόμενη κίνηση. Κάθε βαγόνι είχε 14 θέσεις επι­βατών, αλλά παραλάμβανε και οκτώ ορθίους, τέσσε­ρις σε κάθε εξώστη.

Το ανώτατο όριο ταχύτητας σε ευθεία γραμμή είχε ορισθεί σε 12 χιλιόμετρα την ώρα. Στις διασταυρώσεις και στις στροφές μειωνόταν σε τρία χιλιόμετρα. Στην πραγματικότητα όμως τα τραμ ανέπτυσσαν ταχύτητα 15 έως 20 χιλιόμετρα.

Οι τιμές των εισιτηρίων διαμορφώθηκαν ως εξής: Οδός Αγίου Ανδρέα – Ταμπάχανα 20 λεπτά της δραχμής. Ναός Αγίου Διονυσίου – πλατεία Αγίου Γε­ωργίου 15 και Ιτιές – Ταμπάχανα 25 λεπτά. Η συγκοινωνία με το τραμ εξυπηρέτησε με άνεση την κίνηση μέσα στην πόλη κατά τα πρώτα δέκα χρόνια.  

Από το 1912 όμως άρχισε να γίνεται προβληματική. Σε έργα που θα τη βελτίωναν επιδόθηκε η Εταιρεία των το 1914. Αντικατέστησε εφθαρμένες σιδηροτρο­χιές, επεξέτεινε κάποιες γραμμές και προγραμμάτιζε ν’ αυξήσει τον αριθμό των οχημάτων, για να πυκνώ­σει τα δρομολόγια.

Την ίδια περίοδο οι εργαζόμενοι στα τραμ διεκδικούσαν μείωση των ωρών ημερήσιας απασχόλησης από 16 σε 10 ώρες και αύξηση των μηνιαίων μισθών. Ο οδηγός έπαιρνε 105 δραχμές τον μήνα και ο εισπράκτορας 90.

Θύμα πολέμου 

Το καλοκαίρι όμως του έτους αυτού, όταν επεκτάθηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πό­λεμος, δημιουργήθηκαν δυσμενείς οικονομικές συνθή­κες, ώσπου τις 9 Μαρτίου 1917 σταμάτησαν οριστι­κώς να κυκλοφορούν τραμ στην Πάτρα. Ως αιτία επι­καλέστηκε η Εταιρεία των «την ολοσχερή εξάντληση της καυσίμου ύλης», δηλαδή των γαιανθράκων που εισήγε από την Αγγλία. Οι εισαγωγές είχαν απαγο­ρευθεί λόγω του Αποκλεισμού που είχε επιβληθεί στη χώρα μας από τους Αγγλογάλλους. Ύστερα από λί­γες μέρες, τις 15 Μαρτίου, για την ίδια αιτία σταμά­τησε να εργάζεται το εργοστάσιο αεριόφωτος και έ­μεινε η Πάτρα χωρίς γκαζ. Εκτός από τα προβλήμα­τα που δημιουργήθηκαν στα σπίτια, έμειναν και οι δρόμοι της πόλεως χωρίς φωτισμό. 

Μεγάλο πρόβλημα 

Συνεπώς τα τραμ ακινητοποιήθηκαν. Οι Πατρινοί λυπήθηκαν πολύ. Το είχαν συνηθίσει το τραμ και το αγάπησαν. Τώρα το έβλεπαν σαν θύμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην αρχή ελπίζανε ό­λοι ότι δεν θ’ αργήσουν να κυκλοφορήσουν πάλι τα τραμ. Σταδιακά έγινε αντιληπτό από τους πολίτες ότι η παύση του τραμ θα ήταν τελικά οριστική. Παράλληλα με την παύση του τραμ δημιουργήθηκε μεγάλο πρόβλημα όσον αφορά την αστική συγκοινωνία, ζήτημα που απασχόλησε τον δήμο για αρκετές δεκαετίες. Όποιος μπορούσε αγόραζε ένα πολυθέσιο επιβατικό αυτοκίνη­το δημοσίας χρήσεως, του έδινε ένα όνομα, όπως έ­καναν και οι εφοπλιστές με τα καράβια το δρομολο­γούσε σε μια γραμμή, που καθόριζε αυθαίρετα. Απο­φάσιζε την τιμή των εισιτηρίων, και άρχιζε να ει­σπράττει. Περίπου 40 παλαιά οχήματα διαφόρων τύ­πων εξυπηρετούσαν (;) μέσα στην πόλη τις τακτικές λεωφορειακές γραμμές, συνολικού μήκους 15 χιλιο­μέτρων, καθώς και τα πλησιέστερα προάστεια. Καθέ­νας λεωφορειούχος μπορούσε ν’ αλλάζει τη διαδρομή και τα κόμιστρα του λεωφορείου του απροειδοποίητα. Επικρατούσε αναρχία. Δεν ξεκινούσαν τα αυτοκίνητα από την αφετηρία τους, εάν δεν ήταν σχε­δόν γεμάτα.
Ο Δήμος Πατρέων αντιλήφθηκε ότι έπρεπε να βάλει τέλος σε αυτό το χάος και να προσφέρει στην πόλη αστικές συγκοινωνίες οργανωμένες κατά τρόπο λογικό. Άρχισε την προσπάθεια του επιδιώκοντας να πείσει την Εταιρεία των τραμ να θέσει πάλι σε κυκλο­φορία το τόσο αγαπητό στο πατραϊκό κοινό όχημα. Σαν δελεαστικό επιχείρημα υποσχόταν να τριπλασιά­σει τις τιμές εισιτηρίων και να επεκτείνει τις γραμμές των σιδηροτροχιών.  Συνομιλίες με την Εταιρεία άρ­χισαν το 1921 και κράτησαν σε πρώτη φάση ως το 1926 χωρίς αποτέλεσμα. Στα τρία χρόνια που ακο­λούθησαν ο Δήμος προκήρυξε τρεις διεθνείς διαγωνι­σμούς, έναν κάθε χρόνο, για την οργάνωση και εκμε­τάλλευση των αστικών συγκοινωνιών της Πάτρας. Ήταν και οι τρεις άκαρποι. Το 1930 ο δήμαρχος Ιω­άννης Βλάχος ρώτησε όλους τους πλούσιους Πατρι­νούς, εάν θα δέχονταν να μετάσχουν μαζί με τον Δή­μο σε εταιρεία που θα αναλάμβανε τις συγκοινωνίες. Όλοι απάντησαν αρνητικά.  

Για το ποσό  σημαντική ήταν η επαναλειτουργία του τραμ για του κατοίκους της Πάτρας  μας αποτυπώνετε στο απόσπασμα από τον «Νεολόγο» της 29-10-1930, με την υπογραφή του δικηγόρου Δημ. Οικονομόπουλου:
«Μετά μεγάλης χαράς και ίσης ανακουφίσεως πιστεύομεν ότι θα ηκούσθη παρ' απάσης της κοινωνίας των Πατρών ότι ο κ. Δήμαρχος ήλθεν εις συνεννόησιν μετά τινος Γερμανικής εταιρείας προς εγκαθίδρυσιν εν τη πόλει μας τροχιοδρομικής συγκοινωνίας. Ήδη οι πάντες πρέπει να συμπτύξωμεν τας δυνάμεις μας και ενώσωμεν τας προσπαθείας μας και ενεργείας μας ούτως ώστε, άπαξ αρξαμένων των συνεννοήσεων, να φθάσωσιν αύται εις αίσιον τέρμα και επιτευχθή η διά τροχιοδρόμων συγκοινωνία. Διά την πόλιν μας αν επιτευχθή τοιαύτη συγκοινωνία, εκτός του ότι τούτο είναι εκ των πρωτίστων έργων πολιτισμού και προόδου, αλλ' είναι και εν αληθές μεγαλούργημα. Εν τη εξελίξει της εσωτερικής συγκοινωνίας των πόλεων και εν τω μέσω των τελευταίων συστημάτων ταύτης οι τροχιόδρομοι κατέχουσι την πρωτεύουσαν θέσιν και η τοιαύτη συγκοινωνία θα κυριαρχήση επί μακρούς χρόνους ως συνδυάζουσα τα πλείονα προσόντα της τόσον ωραίας και τελείας συγκοινωνίας».
Παρακάτω παρατίθεται ένα τραγουδάκι που έχει διασωθεί για το πέρασμα του τράμ στην Πάτρα και αναφέρεται στο ιστορικό λεξικό του Τριανταφύλλου:

Με το τραμ-τραμ ανεβαίνω
Με το τραμ-τραμ κατεβαίνω
Δεκαπέντε μες τη χώρα, είκοσι πέντε στις Ιτιες
Νέοι πάνε και έρχονται με κοπέλες μορφονιές.

Σήμερα  έχουν ξεκινήσει οι ενέργειες για δημιουργία Τραμ στην Πάτρα.
Η χάραξη που επελέγη, συνδέει το Πανεπιστήμιο με το κέντρο της Πάτρας και το ΤΕΙ και διέρχεται από τις οδούςΝΕΟ.  Μαιζώνος και Ρήγα Φεραίου (η διαδρομή χωρίζεται) , Σμύρνης και Καλαβρύτων.

Ο προϋπολογισμός για τη δημιουργία του Τραμ ανέρχεται σε 200 εκ ευρώ για τη  γραμμή, 30 εκ. ευρώ για το αμαξοστάσιο και άλλα 30 εκ. ευρώ για τα 14 οχήματα τα οποία θα είναι ελαφρότερου τύπου από αυτά της Αθήνας. Σύμφωνα με την μελέτη, το 2025 θα μεταφέρονται από το τραμ περί τους 45.000 επιβάτες την ημέρα, περίπου (4.500 επιβάτες τις ώρες αιχμής) και η συνολική κυκλική διάρκεια της διαδρομής,  θα είναι μία ώρα.

Τραμ το πιο φιλικό προς το περιβάλλον και ρομαντικό Μέσο Μεταφοράς.


ΠΗΓΕΣ:





ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΤΡΑΜ Α.Ε. ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ, ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ.